Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ερμητισμός ο [ermitizmós] Ο17 : το σύνολο της απόκρυφης διδασκαλίας των αλχημιστών του Mεσαίωνα.
[λόγ. < γαλλ. hermétisme < hermét(ique) = ερμητ(ικός) -isme = -ισμός]