Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ερείπωση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ερείπωση η [eríposi] Ο33 : (σπάν.) η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του ερειπώνω.

[λόγ. < μσν. ερείπωσις < ερειπω- (δες ερειπώνω) -σις > -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες