Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εργατοώρα η [erγatoóra] Ο25 : μονάδα μέτρησης της εργασίας, η οποία είναι ίση με εκείνη που κατά μέσο όρο ένας άνθρωπος εκτελεί σε μία ώρα.
[λόγ. εργάτ(ης) -ο- + ώρα κατά το ανθρωποώρα]