Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: επιχάλκωση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
επιχάλκωση η [epixálkosi] Ο33 : (τεχν.) επιμετάλλωση με χαλκό.

[λόγ. επι- χαλκ(ός) -ωσις > -ωση κατά το επιχρύσωση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες