Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: επιπλοποιείο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
επιπλοποιείο το [epiplopiío] Ο39 : εργαστήριο ή εργοστάσιο κατασκευής επίπλων.

[λόγ. έπιπλ(ον) -ο- + -ποιείον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες