Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- επικός -ή -ό [epikós] Ε1 : που αναφέρεται στο έπος: ~ ποιητής. Επική ποίηση. Επικό ποίημα. α. (ιδίως για το ηρωικό έπος): Ένας ~ ήρωας. Ο ~ κύκλος, το σύνολο των επικών ποιημάτων της πρώιμης ελληνικής αρχαιότητας εκτός από τα ομηρικά και τα ησιόδεια· κύκλια έπη. β. (μτφ.) που θυμίζει ηρωικό έπος ή εποποιία από άποψη προσώπων και γεγονότων: Ένας ~ αγώνας. Επική μάχη / προσπάθεια.
[λόγ.: α: ελνστ. ἐπικός· β: γαλλ. épique (στη νέα σημ.) < λατ. epicus < ελνστ. ἐπικός]