Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- επιδείνωση η [epiδínosi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του επιδεινώνω· χειροτέρευση: ~ της πολιτικής κατάστασης. H Εθνική Mετεωρολογική Yπηρεσία προβλέπει ~ των καιρικών συνθηκών.
[λόγ. επιδεινω- (δες επιδεινώνω) -σις > -ση]