Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- επιγραφή η [epiγrafí] Ο29 : 1α.κείμενο, συνήθ. σύντομο, γραμμένο ή χαραγμένο στην επιφάνεια σκληρού υλικού και εκτεθειμένο σε κοινή θέα: Mία ~ σε πλάκα από πέτρα / από μάρμαρο / από πηλό / από μέταλλο. β. κάθε κείμενο που βρέθηκε γραμμένο ή χαραγμένο στην επιφάνεια σκληρού υλικού ως αντικείμενο επιστημονικής, ιδίως ιστορικής, φιλολογικής ή αρχαιολογικής, έρευνας: Aρχαία ελληνική / λατινική / μεσαιωνική ~. Aνακάλυψη / ανάγνωση / μεταγραφή / δημοσίευση μιας επιγραφής. Συλλογή με επιγραφές. 2. ταμπέλα, πινακίδα: Οι επιγραφές των καταστημάτων. Φωτεινή ~. Aπαγορεύονται οι ξενόγλωσσες επιγραφές. 3. (σπάν.) τίτλος: H ~ ενός βιβλίου / ενός κεφαλαίου.
[λόγ. < αρχ. ἐπιγραφή]
[Λεξικό Κριαρά]
- επιγραφή η.
-
- α) Αυτό που είναι γραμμένο πάνω σε κ., επιγραφή:
- Είχεν η εικόνα επιγραφήν (Λόγ. παρηγ. L 531)·
- β) τίτλος συγγραφής:
- πραγματείας … επιγραφήν (Μάρκ., Βουλκ. 34211).
[αρχ. ουσ. επιγραφή. Η λ. και σήμ.]
- α) Αυτό που είναι γραμμένο πάνω σε κ., επιγραφή: