Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- επιγονατίδα η [epiγonatíδa] Ο26 : 1.μικρό τριγωνικό οστό που βρίσκεται στην μπροστινή πλευρά του γόνατος: Θλάση / κάταγμα της επιγονατίδας. 2. ειδικό προστατευτικό κάλυμμα που στερεώνεται στο γόνατο: Οι επιγονατίδες του τερματοφύλακα / του ποδηλάτη / του αλόγου.
[λόγ. < αρχ. ἐπιγονατίς, αιτ. -ίδα (στη σημ. 1)]