Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- επαγωγέας ο [epaγojéas] Ο21 : (φυσ., τεχνολ.) μαγνήτης ή σύστημα μαγνητών που προκαλεί επαγωγή σε ηλεκτρικές μηχανές.
[λόγ. επαγωγ(ή) -εύς > -έας μτφρδ. γαλλ. inducteur (διαφ. το αρχ. ἐπαγωγεύς `στρώμα πηλού σε τοίχο΄ & το μσν. επαγωγεύς `που εισάγει΄)]