Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: επίτομος -η -ο
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Κριαρά]
επίτομος, επίθ.
  • Έκφρ. εν επιτόμῳ = σύντομα, περιληπτικά:
    • εν επιτόμῳ … ταύτα μοι προσειπούσα (Προδρ. I 198).

[μτγν. επίθ. επίτομος. Η λ. και σήμ.]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
επίτομος -η -ο [epítomos] Ε5 : (για βιβλίο) που αποτελείται από ένα μόνο τόμο: Επίτομη εγκυκλοπαίδεια. Επίτομο λεξικό.

[λόγ. < ελνστ. ἐπίτομος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες