Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: επίγονος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
επίγονος ο [epíγonos] Ο19 : 1.χαρακτηρισμός εκείνου που στα πλαίσια ενός πνευματικού, καλλιτεχνικού, κοινωνικού, πολιτικού κτλ. κινήματος ή ενός σημαντικού ιστορικού γεγονότος ανήκει σε γενιά μεταγενέστερη από εκείνη των πρωταγωνιστών, των οποίων απλώς συνεχίζει το έργο: Οι επίγονοι του σουρεαλισμού / της οκτωβριανής επανάστασης. 2. Επίγονοι: α. οι γιοι των επτά Aργείων στρατηγών της ελληνικής μυθολογίας, οι οποίοι επιχείρησαν τη δεύτερη εκστρατεία κατά της Θήβας. β. (ιστ.) οι γιοι ή οι διάδοχοι των διαδόχων του Mεγάλου Aλεξάνδρου.

[λόγ.: 2: αρχ. Ἐπίγονοι· 1: αρχ. ἐπίγονος `γεννημένος κατόπιν΄ σημδ. γαλλ. épigone (στη νέα σημ.) < αρχ. Ἐπίγονοι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες