Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εξυπηρέτηση η [eksipirétisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του εξυπηρετώ. α. προσφορά υπηρεσίας σε κπ.: Γραφείο για την ~ του κοινού. Tαχεία ~. H ~ ενός καταστήματος, η περιποίηση στους πελάτες του. Kαθαρό εστιατόριο! δεν έχει όμως καλή ~. β. κάλυψη ή ικανοποίηση ορισμένης έλλειψης ή ανάγκης κάποιου: Σ΄ ευχαριστώ για την ~ που μου έκανες. Λεωφορεία για την ~ του επιβατικού κοινού. || (οικον.): H ~ ενός δανείου / χρέους, πληρωμή των οφειλών που προκύπτουν από αυτό.
[λόγ. < ελνστ. ἐξυπηρέτη(σις) -ση]