Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εξισορρόπηση η [eksisorópisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του εξισορροπώ: ~ του ζυγού. Είναι αναγκαία η ~ ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη και στην προστασία του περιβάλλοντος.
[λόγ. εξισορροπη- (εξισορροπώ) -σις > -ση]