Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εξεπίτηδες [eksepítiδes] & ξεπίτηδες [ksepítiδes] επίρρ. τροπ. : (προφ.) επίτηδες: Kάνω / λέω κτ. ~. Λάθος ~.
[αρχ. ἐξεπίτηδες· αποβ. του αρχικού άτ. φων.]
[Λεξικό Κριαρά]
- εξεπίτηδες, επίρρ.
-
- Ειδικώς, σκόπιμα:
- εξεπίτηδες διά την αφορμήν ετούτην (Μάξιμ. Καλλιουπ., Κ. Διαθ. Πράξ. κη´ 20).
[αρχ. επίρρ. εξεπίτηδες. Η λ. και σήμ.]
- Ειδικώς, σκόπιμα: