Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εξαμαρτείν το [eksamartín] Ο (άκλ.) : μόνο στην απαρχ. ΦΡ το δις* ~ ουκ ανδρός σοφού.
[λόγ. < απαρέμφ. αορ. του αρχ. ρ. ἐξαμαρτάνω `κάνω λάθος΄]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[λόγ. < απαρέμφ. αορ. του αρχ. ρ. ἐξαμαρτάνω `κάνω λάθος΄]
© 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |