Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εντιμότητα η [endimótita] Ο28 : η ιδιότητα του έντιμου· (πρβ. τιμιότητα): Δεν επιτρέπω να αμφισβητείτε την εντιμότητά μου. Εκτιμώ ιδιαίτερα την εντιμότητά τους και την ευσυνειδησία τους.
[λόγ. < αρχ. ἐντιμότης, αιτ. -ητα `τιμή, αξίωμα΄ κατά τη σημ. της λ. έντιμος]
[Λεξικό Κριαρά]
- εντιμότητα η.
-
- (Τιμητική προσφών.):
- όσον μπορώ παρακαλώ την εντιμότητά σου (Λίμπον. Αφ. 62).
[<αρχ. ουσ. εντιμότης· πβ. και LBG. Η λ. και σήμ.]
- (Τιμητική προσφών.):