Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εντελέχεια η [endeléxia] Ο27 : (φιλοσ.) 1. όρος της αριστοτελικής φιλοσοφίας που δηλώνει τη μετάβαση της ύλης από την αδρανή στην ενεργό κατάσταση με την πρόσληψη μορφής (είδους), αλλά και την αιτία αυτής της μετάβασης. 2. ζωτική δύναμη που διέπει και καθοδηγεί την υλική ενέργεια των οργανικών όντων.
[λόγ. < αρχ. ἐντελέχεια (στη σημ. 1)]