Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ενορχηστρωτής ο [enorxistrotís] Ο7 : 1.ο μουσικός που αναλαμβάνει την ενορχήστρωση μιας μουσικής σύνθεσης. 2. (μτφ.) αυτός που συντονίζει επιθετικές κυρίως ενέργειες που συγκλίνουν στον ίδιο στόχο: Aποκαλύφθηκε ο ~ όλων των παρασκηνιακών ενεργειών που αποσκοπούσαν στην απομάκρυνσή του από τη θέση που κατείχε.
[λόγ. ενορχηστρω- (δες ενορχηστρώνω) -τής]