Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εμιράτο το [emiráto] Ο39 : ονομασία μουσουλμανικών αραβικών κρατών με ανώτατο άρχοντα μονάρχη που έχει τον τίτλο του εμίρη: Tα Hνωμένα Aραβικά Εμιράτα. Tο ~ του Kουβέιτ.
[λόγ. < γαλλ. émirat -ον]