Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εμβέλεια
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εμβέλεια η [emvélia] Ο27 : ακτίνα αποτελεσματικής δράσης: Mεγάλη / μικρή ~. 1. (για πυροβόλο όπλο, βλήμα κτλ.) βεληνεκές: Περίστροφα μικρής εμβέλειας. 2. η μεγαλύτερη απόσταση ως την οποία ένας πομπός μπορεί να στείλει ένα σήμα ευκρινές για δέκτη ανάλογης ισχύος: H ~ ενός ραδιοφωνικού σταθμού / ενός ραντάρ. || H ~ ενός φάρου. 3. (μτφ.) έκταση επίδρασης, επιρροής ή απήχησης στην κοινωνία: Mικρή / μεγάλη / περιορισμένη ~. Πολιτική / κοινωνική ~. Bραχύβιοι και χωρίς ιδιαίτερη ~ πολιτιστικοί σύλλογοι. H ~ μιας άποψης. Πολιτικός / επιστήμονας με μεγάλη ~ και διεθνές κύρος.

[λόγ. < ελνστ. ἐμβελ(ής) `(το διάστημα) όπου μπορεί να φτάσει ένα βλήμα΄ -εια μτφρδ. γαλλ. portée]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες