Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ελιτίστικος -η -ο [elitístikos] Ε5 : που τον χαρακτηρίζει ο ελιτισμός· (πρβ. αριστοκρατικός): Ελιτίστικες απόψεις. Ελιτίστικη γνώμη / συμπεριφορά.
[ελίτ -ίστικος]