Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εκσκαφή
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εκσκαφή η [ekskafí] Ο29 : (τεχν.) σκάψιμο του εδάφους με μηχανικά μέσα και αφαίρεση μεγάλου όγκου χώματος (για τη θεμελίωση οικοδομήματος, τη διάνοιξη δρόμου, υπόγειας στοάς κτλ.).

[λόγ. < ελνστ. ἐκσκαφή]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες