Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εκδοχέας ο [ekδoxéas] Ο21 : (νομ.) το πρόσωπο στο οποίο μεταβιβάζεται, εκχωρείται μία ενοχική απαίτηση από το δικαιούχο της, χωρίς τη συγκατάθεση του οφειλέτη: Ο οφειλέτης έχει προς τον εκδοχέα τις ίδιες υποχρεώσεις που είχε και προς τον εκχωρητή.
[λόγ. < ελνστ. ἐκδοχεύς, αιτ. -έα `διεκπεραιωτής΄]