Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εικοτολογία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εικοτολογία η [ikotolojía] Ο25α : (λόγ.) η ενέργεια του εικοτολογώ· διατύπωση γνώμης, ισχυρισμού κτλ. που στηρίζεται σε συμπεράσματα πρόχειρα και απλώς πιθανά ή αβέβαια: Mε εικοτολογίες δεν μπορεί να γίνει συζήτηση σοβαρή.

[λόγ. < αρχ. εἰκοτολογία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες