Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εικονογραφία η [ikonoγrafía] Ο25 : η τέχνη της ζωγραφικής παράστασης θρησκευτικών θεμάτων και προσώπων, καθώς και το σύνολο των προϊόντων αυτής της τέχνης· (πρβ. αγιογραφία): Bυζαντινή / χριστιανική ~. H ~ της εποχής των Παλαιολόγων. H ~ της Aνατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
[λόγ. < μσν. εικονογραφία, ελνστ. σημ.: `περιγραφή, αναπαράσταση΄]
[Λεξικό Κριαρά]
- εικονογραφία η.
-
- Η κατασκευή εικόνων:
- ομολογά και ο αιρετικός ο εικονομάχος πως ναι, δοσμένον είναι η εικονογραφία (Πηγά, Χρυσοπ. 55 (11)).
[μτγν. ουσ. εικονογραφία. Η λ. και σήμ.]
- Η κατασκευή εικόνων: