Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εθνολογία η [eθnolojía] Ο25 : η επιστήμη που μελετά μικρά αυτοτελή κοινωνικά σύνολα, πρωτόγονων κυρίως κοινωνιών, για να διαπιστώσει τους γενικούς νόμους που διέπουν τη δομή και την εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών· κοινωνική ανθρωπολογία, πολιτιστική ανθρωπολογία.
[λόγ. < γαλλ. < ethnologie < ethno- = εθνο- + -logie = -λογία]