Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εγκαρδιότητα η [eŋgarδiótita] Ο28 : ο χαρακτήρας, ο τρόπος ή το ύφος του εγκάρδιου: Mας υποδέχτηκε με μεγάλη ~. Οι συνομιλίες διεξήχθησαν σε κλίμα εγκαρδιότητας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Aτμόσφαιρα εγκαρδιότητας.
[λόγ. εγκάρδι(ος) -ότης > -ότητα]