Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εγγόνα η [eŋgóna] Ο25 : (λαϊκότρ.) εγγονή.
[ελνστ. ἐγγόν(η) μεταπλ. -α]
[Λεξικό Κριαρά]
- εγγονάκι το.
-
- Εγγόνι:
- (Ροδολ. Β´ 498).
[<ουσ. έγγονος + κατάλ. ‑άκι. Η λ. και σήμ.]
- Εγγόνι:
[Λεξικό Κριαρά]
- έγγονας ο· άγγονας.
-
- Εγγόνι:
- (Χρον. Τόκκων 1029).
[<ουσ. έγγονος. Η λ. (11. αι., LBG, Βλάχ.) και ο τ. και σήμ. ιδιωμ.]
- Εγγόνι: