Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εγγράμματος -η -ο [eŋγrámatos] Ε5 : (για πρόσ.) που ξέρει γράμματα, δηλαδή γρα φή και ανάγνωση, ή γενικά που έχει γνώσεις κυρίως από σχολικές σπουδές· γραμματιζούμενος, μορφωμένος, σπουδαγμένος: Εγγράμματοι άνθρωποι είναι, κάτι περισσότερο θα ξέρουν από σένα.
[λόγ. < ελνστ. ἐγγράμματος, αρχ. σημ.: `γραμμένος΄]