Παράλληλη αναζήτηση
5 εγγραφές [1 - 5] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εβδομήκοντα [evδomíkonda] (άκλ.) αριθμτ. επίθ. απόλ. : 1.(λόγ.) εβδομήντα. 2. (ειδ., ως ουσ.) οι Εβδομήκοντα, οι μεταφραστές της Π. Διαθήκης στην κοινή ελληνιστική και (σε μετωνυμία) το κείμενο αυτής της μετάφρασης: H μετάφραση / το κείμενο των ~. Mελέτησε τους ~.
[λόγ.: 1: αρχ. ἑβδομήκοντα· 2: ελνστ. σημ.]
[Λεξικό Κριαρά]
- εβδομήκοντα, αριθμητ.· ’βδομήκοντα· ’βδομήντα· εβδομήντα.
-
- Εβδομήντα:
- (Αχέλ. 1528).
[αρχ. αριθμητ. εβδομήκοντα. Οι. τ. ’βδομήντα και εβδομήντα και σήμ.]
- Εβδομήντα:
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εβδομηκονταετηρίδα η [evδοmikondaetiríδa] Ο26 : η συμπλήρωση εβδομήντα χρόνων από ένα γεγονός: Ο εορτασμός της εβδομηκονταετηρίδας από την ίδρυση της Aκαδημίας Aθηνών.
[λόγ. < ελνστ. ἑβδομηκονταετηρίς, αιτ. -ίδα]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εβδομηκονταετής -ής -ές [evδomikondaetís] Ε10 : (λόγ.) εβδομηντάχρονος. α. που έχει διάρκεια εβδομήντα ετών. β. (για πρόσ.) που έχει ηλικία (περίπου) εβδομήντα ετών: ~ γέρος.
[λόγ. < ελνστ. ἑβδομηκονταετής]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εβδομηκονταετία η [evδomikondaetía] Ο25 : περίοδος, χρονικό διάστη μα εβδομήντα ετών.
[λόγ. < ελνστ. ἑβδομηκονταετία]