Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δραστηριότητα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δραστηριότητα η [δrastiriótita] Ο28 : 1. η ιδιότητα του δραστήριου: Ό,τι πέτυχε στη ζωή του το οφείλει στη μεγάλη δραστηριότητά του. 2. σύνολο ενεργειών ατόμου ή ομάδας, που αφορούν ένα συγκεκριμένο τομέα: H εταιρεία έχει αναπτύξει πλούσια / έντονη ~. Περιορίζω / διακόπτω / επεκτείνω τις δραστηριότητές μου. || τομέας δραστηριότητας: Οικονομική / πολιτική / διπλωματική ~.

[λόγ. < μσν. δραστηριότης < δραστήρι(ος) -ότης > -ότητα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες