Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- δραματουργία η [δramaturjía] Ο25 : 1. η τέχνη της σύνθεσης θεατρικών έργων. || το έργο του δραματουργού. 2. σύνολο θεατρικών έργων: H ευρωπαϊκή / αμερικανική / ελληνική ~.
[λόγ. < ελνστ. δραματουργία]