Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- δραγουμάνος ο [δraγumános] Ο18 : (παρωχ.) διερμηνέας.
[μσν. δραγουμάνος < αραβ. targumān -ος με μετάθ. του [r] και τροπή του αρχικού [t > δ] από συμπροφ. με το άρθρο στην αιτ. [ton-t > tond > δ] ]
[Λεξικό Κριαρά]
- δραγουμάνος ο· τζουρτζουμάνος· τζουτζουμάνος.
-
- Διερμηνέας:
- έφη προς αυτούς διά του δραγουμάνου (Διγ. Gr. 188).
[<αραβ. tarğumān (Kahane, GR II 18)· πβ. ιταλ. dragomanno - βεν. dragoman. Ο τ. τζουρτζ‑ <αραβ. turjuman (Καραποτόσογλου 1983: 402)· πβ. ιταλ. turcimanno. Η λ. στο Meursius (λ. δραγόμενοι), στο LBG και σήμ.]
- Διερμηνέας: