Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- δουλικότητα η [δulikótita] Ο28 : η ιδιότητα του δουλικού1α: H ~ δεν ταιριάζει σε ελεύθερους ανθρώπους. Tον υπηρετεί με ~, δουλικά.
[λόγ. δουλικ(ός) -ότης > -ότητα]