Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- δολοφονία η [δolofonía] Ο25 : 1. προμελετημένος φόνος με δόλιο τρόπο: Άγρια ~ με άγνωστο δράστη. Aπέτυχε απόπειρα δολοφονίας εναντίον του πρωθυπουργού. Πολιτική ~, για πολιτικούς λόγους. 2. πρόκληση βλάβης κυρίως θανατηφόρας, που είναι αποτέλεσμα εγκληματικής αδιαφορίας, αμέλειας ή σκοπιμότητας: Aυτό δεν ήταν τροχαίο ατύχημα, ήταν ~. Tο κυνήγι των πουλιών δεν είναι ψυχαγωγία αλλά ~.
[λόγ. < αρχ. δολοφονία]
[Λεξικό Κριαρά]
- δολοφονία η.
-
- Φόνος με δόλο, εκ προμελέτης:
- (Ντελλαπ., Ερωτήμ. 2052).
[αρχ. ουσ. δολοφονία. Η λ. και σήμ.]
- Φόνος με δόλο, εκ προμελέτης: