Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: διχοτομικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
διχοτομικός -ή -ό [δixotomikós] Ε1 : που έχει σχέση με τη διχοτόμηση ή με τη διχοτομία.

[λόγ. διχοτόμ(ος) -ικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες