Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- δισκοθήκη η [δiskoθíki] Ο30 : I. συλλογή ή αρχείο δίσκων: H ~ του ραδιοφωνικού σταθμού είναι πολύ πλούσια. II. έπιπλο για την τοποθέτηση δίσκων.
[λόγ. < γαλλ. discothèque < disque = δίσκ(ος) -ο- + -thèque = -θήκη κατά το bibliothèque = βιβλιοθήκη]