Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δικαιόγραφο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δικαιόγραφο το [δikeóγrafo] Ο40 : (νομ.) έγγραφο με το οποίο αποδεικνύεται κάποιο νόμιμο δικαίωμα.

[λόγ. δίκαι(ον) -ο- + -γραφον, ουδ. του -γραφος κατά το χρεόγραφον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες