Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: διενέργεια
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
διενέργεια η [δienérjia] Ο27 : η ενέργεια του διενεργώ, η εκτέλεση ενός έργου από εντεταλμένα όργανα: ~ ανακρίσεων. Tην ευθύνη για τη ~ των εκλογών την έχει το Yπουργείο Εσωτερικών.

[λόγ. διενεργ(ώ) -εια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες