Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- διεκτραγώδηση η [δiektraγóδisi] Ο33 : η ενέργεια του διεκτραγωδώ, η εξιστόρηση θλιβερών γεγονότων, με ιδιαίτερη έμφαση στα τραγικά τους στοιχεία.
[λόγ. διεκτραγωδη- (διεκτραγωδώ) -σις > -ση]