Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: διαμοιρασμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
διαμοιρασμός ο.
  • Μοίρασμα, διανομή:
    • Εις το κόψιμον και διαμοιρασμόν του άρτου (Χριστ. διδασκ. 376).

[<αόρ. του διαμοιράζω + κατάλ. μός. Η λ. τον 11. αι. (LBG) και στο Somav. (λ. σις)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες