Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- διαλογή η [δialojí] Ο29 : τακτοποίηση κατά κατηγορίες, ως προς το μέγεθος, την ποιότητα, το είδος κτλ.: Φρούτα πρώτης / δεύτερης / τελευταίας διαλογής. Συγκέντρωση, ~ και αποστολή της αλληλογραφίας, από τους ταχυδρομικούς υπαλλήλους. ~ ψήφων, κατά κόμματα, υποψηφίους κτλ. || (γεν.) διαλογής, για προϊόντα τελευταίας διαλογής, με ελαττώματα, που τα πουλούν σε πολύ χαμηλή τιμή: Ρούχα / γυαλικά διαλογής.
[λόγ. < αρχ. διαλογή (για ψήφους)]