Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: διαδέτης
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
διαδέτης ο.
  • Μεταλλικός σύνδεσμος των δύο άκρων της ζώνης, που χρησιμεύει για το σφίξιμό της, αλλά και για διακόσμηση:
    • ζώνη με τον διαδέτην (Ερωτοπ. 339).

[<αρχ. διαδέω. Η λ. το 12. αι. (Du Cange App., LBG)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες