Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: διήθηση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
διήθηση η [δiíθisi] Ο33 : η ενέργεια του διηθώ, η διαδικασία με την οποία διηθείται ένα υγρό: H ~ του νερού / ενός διαλύματος. || (ιατρ.) συγκέντρωση υγρού ή παθολογικών κυττάρων σε ιστούς του σώματος.

[λόγ. < ελνστ. διήθη(σις) -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες