Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- διάσκεψη η [δiáskepsi] Ο33 : σύσκεψη συνήθ. επίσημου χαρακτήρα: Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί σε ~ τους αρχηγούς των κομμάτων. Kομματική ~. ~ κορυφής. Στη ~ κορυφής κυριάρχησε το θέμα του αφοπλισμού / της οικονομικής ύφεσης.
[λόγ. < αρχ. διάσκεψις `εξέταση΄ (-σις > -ση) σημδ. γαλλ. déliberation]