Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: διάπλους
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
διάπλους ο [δiáplus] Ο16 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του διαπλέω: Ο πρώτος ~ του Aτλαντικού από τον Kολόμβο. Kολυμβητικός ~ της Mάγχης.

[λόγ. < αρχ. διάπλους]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες