Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- δημότης ο [δimótis] Ο10 θηλ. δημότισσα [δimótisa] Ο27 : αυτός που ανήκει σε ένα δήμο, που είναι γραμμένος στα μητρώα του: ~ Θεσσαλονίκης / Nέας Φιλαδέλφειας. Aνακηρύχθηκε επίτιμος ~ του δήμου Aθηναίων.
[λόγ. < αρχ. δημότης· λόγ. δημότ(ης) -ισσα]
[Λεξικό Κριαρά]
- δημότης ο.
-
- Άνθρωπος του λαού:
- (Δούκ. 3536).
[αρχ. ουσ. δημότης. Η λ. και σήμ.]
- Άνθρωπος του λαού: