Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- δεύτερον, επίρρ.· δεύτερο.
-
- 1) Για δεύτερη φορά, ξανά:
- (Προδρ. III 273-7 χφ P κριτ. υπ).
- 2) Κατόπιν, στη συνέχεια, κατά δεύτερο λόγο (σε αντιδιαστολή με το πρώτα):
- Πρώτά ’πιεν η βασίλισσα και δεύτερ’ ο υιός (Βίος Δημ. Μοσχ. 273).
- 3) Δυο φορές:
- αυτός τον μήναν δεύτερον εις τον λουτρόν υπάγει (Προδρ. IV 90).
- 4) Έκφρ. προς δεύτερον = για δεύτερη φορά, ξανά:
- (Σαχλ., Αφήγ. 802).
[αρχ. επίρρ. δεύτερον. Η λ. και σήμ.]
- 1) Για δεύτερη φορά, ξανά:
[Λεξικό Κριαρά]
- Δευτερονόμιον το.
-
- Ονομασία του πέμπτου βιβλίου της Πεντατεύχου:
- (Φυσιολ. 34213).
[μτγν. ουσ. δευτερονόμιον]
- Ονομασία του πέμπτου βιβλίου της Πεντατεύχου: