Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- δευτέριο το [δeftério] Ο40 : (χημ.) ισότοπο του υδρογόνου που ο πυρήνας του αποτελείται από ένα πρωτόνιο και ένα νετρόνιο.
[λόγ. < νλατ. deuter(ium) -ιον < αρχ. δεύτερος]